Σάββατο 30 Νοεμβρίου 2013

Οι κούφιοι άνθρωποι

Τις τελευταίες μέρες έζησα μια απρόσμενη ομορφιά.Γνώρισα κόσμο με ψυχή και τρέλα και πράξαμε μαζί.Μεγάλο πράγμα η κίνηση ρε.Σου δίνει ζωή,σε βγάζει απ το βούρκο.Είχα χάσει την ελπίδα,την ικανότητα να βρίσκω τα μικρά εκείνα πράγματα που με κάνουν να χαμογελώ μέσα στης ζωής μου το μπουρδέλο.

Κι εκείνη η βαθειά μου πίστη πως μόνο οι άνθρωποι αξίζουν τελικά,και πως αυτή είναι η μόνη μας περιουσία ανανεώθηκε στο έπακρο.Είχα αρχίσει να το ξεχνάω κι αυτό.

Μα σε κάθε ομορφιά παραμονεύει κι η ασχήμια του κόσμου που παλεύει να κυριαρχήσει.Και για κάθε άνθρωπο που με συγκινεί υπάρχει ένας άλλος που με θλίβει βαθειά για τον τρόπο που υποτιμά την ανθρώπινη του φύση,υπάρχει ένας άλλος που είναι κούφιος,άδειος,βυθισμένος σ' έναν ατομισμό που με ξεπερνά.

Ας είναι.O κόσμος θα τελειώσει και για τους μεν και για τους δε.Και ως γνωστόν "η ομορφιά θα σώσει εκείνους που μπορούν (ή επιλέγουν) να την δουν".



είμαστε οι κούφιοι άνθρωποι,
οι βαλσαμωμένοι άνθρωποι
σκύβοντας μαζί
κεφαλοκαύκι γεμισμένο άχυρο. Aλίμονο!
οι στεγνές φωνές μας όταν
ψιθυρίζουμε μαζί
είναι ήσυχες κι ανόητες
σαν άνεμος σε ξερό χορτάρι
ή πόδια ποντικών σε σπασμένο γυαλί
στο ξερό μας κελάρι

σχήμα χωρίς μορφή, σκιά χωρίς χρώμα,
παραλυμένη δύναμη, χειρονομία χωρίς κίνηση

αυτοί που πέρασαν
με ολόισια μάτια, στου θανάτου το άλλο βασίλειο
μας θυμούνται -αν καθόλου μας θυμούνται-
σαν κούφιους ανθρώπους
σα βαλσαμωμένους

μάτια δεν τολμώ να δω στα όνειρα
στου θανάτου το ονειρικό βασίλειο
αυτά δεν εμφανίζονται εκεί:
τα μάτια είναι
ηλιόφως σε μια σπασμένη κολώνα
εκεί, είναι ένα δέντρο χορεύοντας
και φωνές
στου ανέμου το τραγούδισμα
πιο μακρινές και πιο τελεστικές
από ένα μαραμένο αστέρι

ας είμαι όχι πιο κοντά
στου θανάτου το ονειρικό βασίλειο
ας φορέσω επίσης
τις μεταμφιέσεις
αρουραίου τρίχωμα, κοράκου δέρμα, κουρελούδες
σ' έναν αγρό
φερόμενος όπως φέρεται ο άνεμος
όχι πιο κοντά

όχι αυτή την τελική συνάντηση
στου λυκόφωτος το βασίλειο

αυτή είναι η νεκρή χώρα
αυτή είναι του κάκτου η χώρα
εδώ τα πέτρινα είδωλα
σηκώνονται, εδώ λαμβάνουν
την ικεσία ενός χεριού νεκρού ανθρώπου
κάτω απ' το σπίθισμα σβησμένου άστρου

αυτό είναι σαν αυτό
στου θανάτου το άλλο βασίλειο
ξυπνώντας μόνοι
την ώρα που είμαστε
τρέμοντας με τρυφερότητα
χείλη που θα φιλούσαν
κάνουν προσευχές σε τσακισμένες πέτρες

αόμματοι
αν δεν τα μάτια μας ξαναφανούν
όπως το αέναο άστρο
του πολύφυλλου ρόδου
στου θανάτου το λυκοφωτικό βασίλειο
η ελπίδα μόνο
των κενών ανθρώπων
των άδειων ανθρώπων

μεταξύ ιδέας
και πραγματικότητας
μεταξύ κίνησης
και δράσης
πέφτει η σκιά

μεταξύ αντίληψης
και δημιουργίας
πέφτει η σκιά

η ζωή είναι πολύ μακριά

μεταξύ πόθου
και σπασμού
μεταξύ δύναμης
και ύπαρξης
μεταξύ ουσίας
και πτώσης
πέφτει η σκιά
γιατί δικό σου είναι το βασίλειο

γιατί δική σου είναι η ζωή
γιατί η ζωή σου είναι δική σου
δική σου

αυτός είναι ο τρόπος που τελειώνει ο κόσμος
όχι μ' ένα πάταγο αλλά μ' ένα λυγμό


Ποίηση T.S. Eliot,1925(The Hollow Men)  Μετάφραση: Γιώργος Σεφέρης

Σάββατο 2 Νοεμβρίου 2013

Μικρό μου πόνυ,ο κόσμος τελειώνει.

Σήμερα στον φούρνο ήταν μια γιαγιά,ούτε καλοντυμένη ούτε κακοντυμένη,ίσως με λίγο πιο βαριά ρούχα απ' ό,τι η εποχή απαιτεί.

Ζήτησε ψωμί και δύο παστάκια.

Τα κοιτούσε σαν μικρό παιδί,κι αφού μέτρησε και ξαναμέτρησε τα ψιλά της πήρε την μεγάλη απόφαση.Τα ζήτησε,και μάλιστα απέσπασε την διαβεβαίωση της πωλήτριας πως ήταν φρέσκα.

Το πρόσωπο της όταν τα κοιτούσε μου στοίχειωσε την μέρα.Εκείνα τα  ροζιασμένα χέρια που μέτρησαν τρεις φορές τα κέρματα για να ζητήσει τα δύο γαμημένα παστάκια θέλω να τα τυλίξω στον λαιμό τους και να τα βοηθήσω να τους πνίξουν  όπως έπνιξαν την αξιοπρέπεια.

Όχι γαμημένε πανίβλακα.Δεν εκβιάζω συναισθηματισμούς.Δεν λαϊκίζω, δεν περιμένω να σπάσει κανείς σε μικρά κομμάτια όπως έπαθα εγώ.
Το γράφω για να θυμάμαι.Να μην ξεχάσω ποτέ και σ εκείνη την γιαγιά να υποσχεθώ πως δεν ξέρω πως,δεν ξέρω πότε, μα θα βρω την δύναμη να μην τα παρατήσω.

Παρασκευή 1 Νοεμβρίου 2013

Je veux de l' amour.

Τον τελευταίο καιρό μοιάζει σαν να μην έχω τίποτα να πω.Όλο γυρνάω στα ίδια και τα ίδια,με κουράζω,μ' απορρίπτω κι έτσι και τούτο το ιστολόγιο δεν ενημερώνεται.

Διαβάζω πολύ,τρέχω αρκετά,ρουτινιάζω και ψάχνω ξέσπασμα σε λέξεις άλλων κι όχι δικές μου.

Μιας λοιπόν κι η μούσα μου κοιμάται κάπου μακρυά μου ή αποφάσισε πως δεν μ αντέχει πια,σας δίνω ένα γαλλικό ποίημα μπας και δικαιολογήσω κάπως και τ' όνομα του μπλογκ.

Μιλά για την αγάπη,για μία αγάπη και για όλες μαζί.Για όσες είναι,ήταν και θα υπάρξουν ποτέ σε τούτη την γη.

Απολαύστε υπεύθυνα.


Cet amour
Si violent
Si fragile
Si tendre
Si désespéré
Cet amour
Beau comme le jour
Et mauvais comme le temps
Quand le temps est mauvais
Cet amour si vrai
Cet amour si beau
Si heureux
Si joyeux
Et si dérisoire
Tremblant de peur comme un enfant dans le noir
Et si sûr de lui
Comme un homme tranquille au milieu de la nuit
Cet amour qui faisait peur aux autres
Qui les faisait parler
Qui les faisait blêmir
Cet amour guetté
Parce que nous le guettions
Traqué blessé piétiné achevé nié oublié
Parce que nous l’avons traqué blessé piétiné achevé nié oublié
Cet amour tout entier
Si vivant encore
Et tout ensoleillé
C’est le tien
C’est le mien
Celui qui a été
Cette chose toujours nouvelle
Et qui n’a pas changé
Aussi vrai qu’une plante
Aussi tremblante qu’un oiseau
Aussi chaude aussi vivant que l’été
Nous pouvons tous les deux
Aller et revenir
Nous pouvons oublier
Et puis nous rendormir
Nous réveiller souffrir vieillir
Nous endormir encore
Rêver à la mort,
Nous éveiller sourire et rire
Et rajeunir
Notre amour reste là
Têtu comme une bourrique
Vivant comme le désir
Cruel comme la mémoire
Bête comme les regrets
Tendre comme le souvenir
Froid comme le marbre
Beau comme le jour
Fragile comme un enfant
Il nous regarde en souriant
Et il nous parle sans rien dire
Et moi je l’écoute en tremblant
Et je crie
Je crie pour toi
Je crie pour moi
Je te supplie
Pour toi pour moi et pour tous ceux qui s’aiment
Et qui se sont aimés
Oui je lui crie
Pour toi pour moi et pour tous les autres
Que je ne connais pas
Reste là
Là où tu es
Là où tu étais autrefois
Reste là
Ne bouge pas
Ne t’en va pas
Nous qui sommes aimés
Nous t’avons oublié
Toi ne nous oublie pas
Nous n’avions que toi sur la terre
Ne nous laisse pas devenir froids
Beaucoup plus loin toujours
Et n’importe où
Donne-nous signe de vie
Beaucoup plus tard au coin d’un bois
Dans la forêt de la mémoire
Surgis soudain
Tends-nous la main
Et sauve-nous.

Jacques Prévert (Paroles - 1946)

Παρασκευή 30 Αυγούστου 2013

Μαζεύω τα πεσμένα στάχυα.

Μαζεύω τα πεσμένα στάχυα...
Μαζεύω τα πεσμένα στάχυα να σου στείλω λίγο ψωμί,
μαζεύω με το σπασμένο χέρι μου ό,τι έμεινε απ᾿ τον ήλιο
να σου το στείλω να ντυθείς.
Έμαθα πως κρυώνεις.
Τη πράσινη σου φορεσιά να την φορέσεις τη Λαμπρή!
Θα τρέξουν μ᾿ άνθη τα παιδιά. Θα βγουν τα περιστέρια,
κ᾿ η μάνα σου με μια ποδιά, πλατιά, γεμάτη αγάπη!

Πάρε όποιο δρόμο, όποια κορφή, ρώτα όποιο δένδρο θέλεις
Μ᾿ ακούς; Οι δρόμοι όλης της γης βγαίνουνε στην καρδιά μου!
Μην ξεχαστείς κοιτάζοντας το φως.
Τ᾿ ακούς;... Να 'ρθείς!

Νικηφόρος Βρεττάκος

Πέμπτη 29 Αυγούστου 2013

Kι αν ήμουν ο Πικάσο θα σε ζωγράφιζα

Και μάθαμε λοιπόν να ζούμε με το "αν".
Αν όλα φτιάξουν,αν ήμασταν αλλιώς,αν είχαμε όρεξη/λεφτά/παρέα.
Αν δεν έπρεπε να φύγω/ να φύγεις.
Στιβαγμένα όνειρα για το μέλλον.
Εμείς που θέλαμε την κάθε μέρα μας γιορτή τώρα ν' αφήνουμε λεπτά/ώρες/μέρες να χάνονται σ' ένα γενικό κι αόριστο "αν".

Κι είναι θλιβερό αλήθεια το τι μας έκανε ετούτη η εποχή.

Κι ύστερα απ το "αν" έχουμε κι εκείνο το κάλπικα αισιόδοξο "ότΑΝ".
Γιατί δεν αντέχουμε που οι μέρες μας δεν είναι γιορτή και γιατί η θλίψη μας ακρωτηρίασε και δεν μπορούμε να κάνουμε βήμα μπροστα.Κι μένουμε στο ίδιο σημείο κι όλο αναποθέτουμε σ' ένα "όταν θα" τ' όνειρα και τις επιθυμίες και φτιάχνουμε πολύχρωμες ταινίες να ξεγελούμε και να γεμίζουμε το γκρίζο παρόν μας και να ξεγελιόμαστε πως "θα την αλλάξουμε την ζωή παρ'ολα αυτά Μαρία".

Συγνώμη Κατερίνα που σε πρόδωσα έτσι.Με πήρε η μπάλα του καιρού κι έπαψα να παλεύω.

Τετάρτη 29 Μαΐου 2013

Βαριά ποτά,βαριά τσιγάρα.

Κι αν το σκεφτείς τις πιο σημαντικές μας στιγμές τις περάσαμε πάνω από ποτήρια.
Ποτήρια του κρασιού,σφηνοπότηρα, ποτήρια.

Εκεί είπαμε τα πιο μεγάλα λόγια,τα πιο βαθειά κρυμμένα μυστικά, παραδεχθήκαμε τις πιο βαθιές ανασφάλειες,τα πιο μεγάλα λάθη.

Εσύ έπινες βότκα,εγώ τζιν κι αναλύαμε όσα θέλαμε κι όσα δεν θέλαμε κι όλα όσα θα πρεπε ή δεν θα πρεπε να ξεστομίσουμε.Εσύ μιλούσες,εγώ άκουγα και προσπαθούσα ν'αποδείξω πως ήμουν έξυπνη και πως αντέχω.Το παραδέχθηκες,σε παραδέχθηκα κι ύστερα σε απέρριψα και τώρα πια δεν με νοιάζει.Δεν με νοιάζει αν θα σε ξαναδώ κι αν ποτέ τα ξαναπούμε.Είπαμε αρκετά,ίσως κ παραπάνω απ' όσα πρέπει.Κι έτσι δεν χρειάζεται να πάρω τηλέφωνο να δω τι κάνεις.Ξέρω πως με τον τρόπο σου θα είσαι καλά.Κι ας μην συμφωνώ.

Προσπάθησες να με τραβήξεις πίσω στο χάος μας,δεν σε άφησα.Προσπάθησα να σε παρασύρω,δεν τα κατάφερα.Κι ύστερα εγώ μιλούσα κι εσύ άκουγες και προσπαθούσες ν' αποδείξεις πως έχεις δίκιο σε όλα και πως ξέρεις τι κάνεις.Και μετά θύμωνα κι έφευγα.Μ' έκανες να κλάψω,σ' έκανα να γελάσεις,περάσαμε βράδια σε μαγαζιά και σε δρόμους κι όλα αυτά μοιάζουν μακρινά και λίγο ξένα μα μ' έσπρωξαν μπροστά με τον πιο βίαιο τρόπο κι ας είχα βολευτεί.

Τα ξεγυρισμένα μας μεθύσια,τα βαριά λόγια,τα γέλια μας και τις φωνές μας τα έχω κρατήσει όλα σ' ένα κουτί μες το μυαλό μου,σαν καρτ- ποσταλ από ταξίδι,και που και που τα θυμάμαι για να μην ξεχάσω να ζω.

Δεν θα το διαβάσεις ποτέ,δεν ξέρεις την ύπαρξη αυτού του μπλογκ,και ξέρω ακριβώς πως θα το σχολίαζες  αν ποτέ το μάθαινες.Έξυπνες ατάκες,λιγακι προσβλητικές,που όμως θα μ' έκαναν να γελάσω.


Godspeed  you asshole.


(Για σένα Α.Ρ.)



Κυριακή 12 Μαΐου 2013

J' y suis jamais allée.

Είναι που έφυγα τόσο μακρυά μάλλον.Κι αυτό το σαουντρακ της Αμελί πια,τί καταστροφή;

Το χόρεψα ένα βράδυ μαζί σου.Ήρθες κι έφυγες και τώρα είναι σειρά μου να έρθω για να σε δω να φεύγεις ξανά.Σαν να συνήθισα την ιδέα ή είναι που έφυγα τόσο μακρυά μάλλον.

Τούτη η πόλη ,που με φιλοξένησε το εξάμηνο που πέρασε,είναι γκρίζα και κρύα.Κι οι άνθρωποι ευγενικοί μα απόμακροι.Κι όλα θα μπορούσαν να ήταν αλλιώς κι όμως έγιναν έτσι και πήρα ένα κουτί αναμνήσεις να φέρω μαζί μου πίσω.Παράξενο,μέσα σ' αυτές κι εσύ.

Ήρθες να με βρεις κι ας ήμουν εγώ που υποσχέθηκα πως τα χιλιόμετρα δεν έχουν σημασία.Σαν να σε αγάπησα ξανά.Όχι εκείνο το εφηβικό κι απόλυτο.Κάτι πιο γήινο.
Διάβολε μεγαλώνω.



Ο γκρίζος ουρανός που δεν λέει να βγάλει ήλιο,μια γλώσσα που αγάπησα κι ένα ταξίδι  στην πόλη που ονειρευόμουν από παιδί σχεδόν.Δεν θα ξεχάσω ποτέ.
Τίποτα δεν πήγε καλά σ' εκείνο το ταξίδι κι όμως όλα ήταν τόσο υπέροχα.Κι αν μένει κάτι πιο έντονα είναι οι στιγμές απελπισίας που ξέσπασα σε γέλια.Το 'ξερα από τότε πως θα γίνει μια υπέροχη ανάμνηση εκείνη η απελπισία.

Μοιάζει σαν να μην πήγα ποτέ.Σαν να μην ήμουν εγώ.Κι είναι κι η ταινία,που την ξαναείδα κι έκλαψα γιατί αναγνώριζα τα σημεία που περπάτησα.Μια μέρα των ημερών ίσως ξαναπάω,ίσως πάλι να ήταν η μόνη μου ευκαιρία.Μα το έκανα κι ας νομίζω ακόμα πως ήταν απλά ένα όνειρο.


Είχα ανάγκη να φύγω.Πνιγόμουν από την ζωή μου.Εδώ ανάσανα πιο καλά.Κι ας ήταν για τόσο λίγο,κι ας μην έχει σχεδόν ποτέ ήλιο.



Μα είναι νωρίς ακόμα γι' απολογισμούς.Δεν τελείωσε ακόμα.Μα να,τόσο καιρό δεν έγραψα ούτε μια λέξη γι' όλο αυτό και τώρα έρχονται όλα ανακατεμένα στον νου μου.
Ας είναι.Εδώ γεννήθηκε το παράλογο κι ας το αγκαλιάσω δίχως δισταγμούς.
Δέκα σειρές πιο μπερδεμένες από ποτέ.

Είναι που έφυγα τόσο μακρυά μάλλον.Είναι που τα πιο μεγάλα πράγματα αδυνατούν να πάρουν μορφή στις σκέψεις μου,κι αυτό παραήταν μεγάλο.